Menu
RSS
Παρασκευή, 26/04/2024
kalimera-arkadia logo
kalimera Arkadia Facebook pageKalimera Arkadia TwitterKalimera Arkadia YouTube channel
ΚΤΕΛ Αρκαδίας

Ορεινή Αρκαδία: Ημερολόγιο Φθινοπώρου

Ορεινή Αρκαδία: Ημερολόγιο Φθινοπώρου


Γράφει ο Νεκτάριος Καλαντζής*

Κατευθυνόμενος με προορισμό την Ορεινή Αρκαδία, ήξερα ότι αυτή τη φορά λόγω εποχής, δεν θα επισκεφθώ το όμορφο χιονοδρομικό κέντρο του Μαινάλου, με το σαλέ και τις γεμάτες με κόσμο τον χειμώνα πίστες για σκι.

Πρώτη εικόνα στο δρόμο για τη Γορτυνία και την Ορεινή Αρκαδία, το Λεβίδι με την πλατεία, το καμπαναριό της εκκλησίας, το πέτρινο δημαρχείο και το άγαλμα του Αναγνώστη Στριφτόμπολα, ήρωα της Επανάστασης. Πρώτη στάση, Δημητσάνα, την πρωτεύουσα της Γορτυνίας και αφού αφήνω το αυτοκίνητο στον κεντρικό δρόμο, αρχίζω να την εξερευνώ με τα πόδια. Από το δρόμο βλέπω το πέτρινο δημαρχείο και δίπλα το αρχοντικό Δεληγιάννη. Ανεβαίνω προς τα στενά και ανηφορικά πέτρινα σοκάκια της πόλης, βλέποντας στον κεντρικό δρόμο τα ατμοσφαιρικά καφέ και τις ταβέρνες. Η πέτρα παντού, στη μέση του δρόμου, χώρος για να κατεβαίνουν τα νερά και ενίοτε τα μουλάρια. Πέτρινα αρχοντικά, όπως αυτό του Ξενιού, έχοντας θέα όλη τη Δημητσάνα, στο δρόμο για την εκκλησία των Ταξιαρχών με το πανύψηλο καμπαναριό και την επιβλητική καγκελόπορτα στην αυλή της. Χάνομαι στα πέτρινα στενά, ανάμεσα σε σπίτια που αναπαλαιώνονται και μπαίνω στην οικία του Παλαιών Πατρών Γερμανού, που όπως μου είπαν σχεδιάζεται να γίνει μουσείο. Το σημείο μοναδικό και η θέα από το μπαλκόνι του δεύτερου ορόφου στο σαλόνι, βλέπεις όλη τη Δημητσάνα με τις κεραμοσκεπές και τα καμπαναριά των εκκλησιών. Φθάνω στην πλατεία Στ. Τούλα και την εκκλησία του Αγίου Χαραλάμπους. Κατεβαίνω ξανά στον κεντρικό δρόμο για να πάω στο πανύψηλο καμπαναριό με το ρολόι, που παραμένει την αναστήλωσή του. Κατεβαίνω τα σκαλιά και πάω προς το πέτρινο κτίριο που ανήκει στο δήμο Γορτυνίας και γύρω λιθόστρωτοι δρόμοι, με την πέτρα να κυριαρχεί. Λίγο μετά εισέρχομαι στην αυλή της δημόσιας βιβλιοθήκης της Δημητσάνας, που δημιουργήθηκε με το κληροδότημα του ευεργέτη Ν. Μακρή, όπως και το σχολείο δίπλα, με το άγαλμα του Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε’, ως καταγόμενου από εκεί να δεσπόζει στην αυλή. Δίπλα ο καθεδρικός ναός της Δημητσάνας, η Αγία Κυριακή του 1834 και ίσα που προλαβαίνω να μπω στη βιβλιοθήκη του 1845 λίγο πριν κλείσει, εκεί όπου βρίσκονταν η περίφημη Σχολή της Δημητσάνας, που έβγαλε επτά πατριάρχες, εβδομήντα μητροπολίτες και εκατοντάδες ιερείς, ακριβώς πάνω από το φαράγγι του Λούσιου ποταμού. Η ατμόσφαιρα ξεχωριστή, με τα χειρόγραφα και τα σπάνια βιβλία του 1500. Μεγάλο μέρος από τα βιβλία της δόθηκαν για μπαρούτι για την Ελευθερία του Έθνους, αφού η έλλειψη χαρτιού οδήγησε τα βιβλία της στους μπαρουτόμυλους της Δημητσάνας. Η λάρνακα με τα οστά του Π.Π. Γερμανού, όπως και η σέλα του αλόγου του Παπαφλέσσα βρίσκονται εκεί, μαζί με ακόμη όπλα, παραδοσιακά ενδύματα και υφαντά και είδη καθημερινής χρήσης στο λαογραφικό τμήμα. Ένας χώρος ιστορίας και μελέτης. Φεύγω και περνάω από το πέτρινο αρχοντικό Καζάκου και χάνομαι στα στενά. Αναχωρώ για το Υπαίθριο Μουσείο Υδροκίνησης της Τραπέζης Πειραιώς. Ανάμεσα στα τρεχούμενα νερά διαβάζω για την υδροκίνηση και βλέπω το νερόμυλο, τη νεροτριβή, το σπίτι του μυλωνά, διαβάζοντας για την κατασκευή του μύλου, τη μυλόπετρα και την υφαντική. Μπαίνω στα ερείπια του βυρσοδεψείου, στο βυρσοδεψείο βλέπω τη μετάδεψη και τη δέψη, ενώ πιο κάτω ανάμεσα στα τρεχούμενα νερά, μπαίνω στον μπαρουτόμυλο και μαθαίνω για την παραγωγή της μπαρούτης. Η Δημητσάνα φημισμένη άλλωστε για τους μπαρουτόμυλούς της.

Κατευθύνομαι για τη Νέα Μονή Φιλοσόφου σε μια διαδρομή ανάμεσα στο δάσος, εκεί που περίμεναν κυνηγοί για αγριογούρουνα, μετά το Παλαιοχώρι. Μετά από κάποια χιλιόμετρα φθάνω στη Μονή και στο υπέροχο προαύλιό της και μπαίνω στην εκκλησία, με τις ανεκτίμητες τοιχογραφίες και το παλιό τέμπλο. Μετά την υποδοχή του Μοναχού, βγαίνω από την καγκελόπορτα με κατεύθυνση τον ποταμό Λούσιο και ακολουθώ τις πινακίδες και το μονοπάτι για την Παλαιά Μονή Φιλοσόφου, εκεί που ήταν το Κρυφό Σχολειό και ένα από τα ιστορικότερα Μοναστήρια του Μοριά. Πυκνό δάσος, με βελανιδιές και δρυς. Δύσκολο το πέτρινο μονοπάτι και το μόνο που ακούς μετά από 800 μέτρα πεζοπορίας, ο ήχος του ποταμού που είναι από κάτω σου στο γκρεμό, μέσα στην χαράδρα. Το μοναστήρι σχεδόν αόρατο πάνω στον βράχο, με τα χρώματά του από πέτρα. Γκρεμισμένο, αλλά συνάμα επιβλητικό. Περνάς από τις πέτρινες γκρεμισμένες καμάρες, στα χαλάσματα και τέλος η εκκλησία. Η ενέργειά του δυνατή. Επιστροφή πίσω, λαχάνιασμα και φεύγω μετά από έναν χωματόδρομο 5 χλμ. για τη Μονή Προδρόμου. Κατεβαίνω με τα πόδια και αυτό σχεδόν αόρατο, κρεμασμένο στο βράχο, σαν τα Μετέωρα. Τα κελιά των μοναχών να αιωρούνται. Μπαίνω στην αυλή, κοιτώ στον ουρανό. Εισέρχομαι στους μέσα χώρους και μέσα στο βράχο η εκκλησία με τις παλιές τοιχογραφίες, το τέμπλο τέμνει το βράχο. Η θέα από το Αρχονταρίκι σου κόβει την ανάσα. Αιωρούμαι στο γκρεμό, έχοντας μόνη παρέα στην ησυχία τον Λούσιο. Και όμως εκεί μένουν οι μοναχοί, στις αετοφωλιές. Καθώς φεύγω βλέπω το μονοπάτι που οδηγεί στη Μονή Φιλοσόφου, δεν προλαβαίνω να επισκεφθώ και τη μονή Αιμυαλών και κατευθύνομαι για Στεμνίτσα και μετά από στροφές, φθάνω σε ένα από τα πιο γραφικά χωριά. Περπατώ στην πλατεία της Α’ Πελοποννησιακής Γερουσίας ,με τα καφενεία στην Αν. Φατούρου, το δημαρχείο, μπαίνω στην εκκλησία του Αγ. Γεωργίου που χτίστηκε από Λαγκαδιανούς σε μόλις 40 ημέρες, απέναντι το πανύψηλο καμπαναριό του 1877, ανεβαίνω προς τα στενά του κάστρου, με την Παναγία τη Μπαφέρω του 12ου αι. , το σπίτι των Ροιλών και ανεβαίνω ως το Ηρώο να δω όλη τη Στεμνίτσα από εκεί. Πιο κάτω ο δημοτικός φούρνος, η Αγία Παρασκευή, το εντυπωσιακό ξενοδοχείο Τρικολώνιον, το σπίτι του Μπουρνάζου, του Χατζή, η εκκλησία των Τριών Ιεραρχών και δίπλα η περίφημη Σχολή Αργυροχρυσοχοΐας στο παλιό δημοτικό σχολείο. Απέναντι στο τριώροφο αρχοντικό στεγάζεται το λαογραφικό Μουσείο και οι δρόμοι γεμάτοι μαγαζιά με προϊόντα ασημιού.

Φεύγω για μια μικρή βόλτα στη βραδινή Βυτίνα, με την πλατεία της, το δρόμο της αγάπης και τα μαγαζιά της και αφού κάνω μια στάση στην Τρίπολη να περπατήσω στους νέους της πεζοδρόμους της με τα μαγαζιά της, την παλιά Νομαρχία, το Μαλλιαροπούλειον Θέατρο στην Πετρινού, το Δημαρχείο, τα Δικαστήρια με τον Τσερτσέτη και τον Πολυζωίδη, σταματώ μπροστά στο άγαλμα του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Ένδοξος με το άλογό του ο Γέρος του Μοριά. Πριν φύγω περνάω από την εκκλησία του Αγίου Βασιλείου με τις προτομές των Αγωνιστών και την πλατεία με τις καμάρες, παίρνοντας εικόνες από μια Αρκαδία που γοητεύει τον επισκέπτη της και που πάντα θα ξαναγυρίσει σε αυτήν να δει κάτι καινούργιο.

*Ο Νεκτάριος Καλαντζής είναι Οικονομολόγος, Κοινωνιολόγος, Δημοτικός Σύμβουλος του Δήμου Παλλήνης

Προσθήκη σχολίου

Βεβαιωθείτε ότι εισάγετε τις (*) απαιτούμενες πληροφορίες, όπου ενδείκνυται. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.

Επιστροφή στην κορυφή

Διαβάστε επίσης...