Ομογενείς κυρίες από το Σικάγο ντύνουν φτωχά κοριτσάκια!

ΒΟΣΤΩΝΗ. Δύο ομογενείς κυρίες από το Σικάγο έχουν γίνει εδώ και πέντε χρόνια άγγελοι αγάπης και ένδυσης φτωχών κοριτσιών, τον τελευταίο χρόνο και αγοριών, σε φτωχές χώρες της υφηλίου με το πρόγραμμά τους «Ντύσε Ενα Κορίτσι στον Κόσμο».
Πρόκειται για τις κυρίες Δωροθέα Μπεζέμη και Ελένη Φράνκου, οι οποίες τον χρόνο που θα εκπνεύσει σε λίγες ημέρες, το 2016, έραψαν χίλια καινούργια φορεματάκια για κορίτσια ηλικίας από 2 έως 10 χρόνων και τα έστειλαν σε πολλές χώρες της Γης, ενώ πολλά από αυτά τα παιδιά φόρεσαν για πρώτη φορά στη ζωή τους καινούργια ρούχα. Ολα ξεκίνησαν στην κοινοτική αίθουσα της κοινότητας του Αγίου Βασιλείου του Σικάγου.
Οι δύο αυτές φιλόστοργες και φιλάνθρωπες κυρίες μίλησαν με προθυμία και εκτίμηση πολλή στον «Εθνικό Κήρυκα» με κοινή τηλεφωνική τους σύνδεση, ξεκινώντας με ευχαριστίες προς τον «Ε.Κ.» ο οποίος θα κάνει γνωστό στην Ομογένεια της Αμερικής και σ’ ολόκληρο τον Κόσμο το ιερό τους έργο.

Η φωτογραφία είναι ευγενική παραχώρηση των κυριών Ελένης Φράνκου και Δωροθέας Μπεζέμη.
Την ιδέα συνέλαβε η κυρία Δωροθέα Μπεζένη η οποία, όπως είπε χαμογελώντας, οδεύει στο 90ο έτος της ηλικίας της, για την οποία είναι περήφανη και δεν το βάζει κάτω, αλλά είναι γεμάτη ζωή και δραστηριότητες. «Δεν μπορείτε να φαντασθείτε πόσο στενοχωριέμαι που περιμένουν μεγάλη χιονοθύελλα την Κυριακή που μας έρχεται και δεν θα μπορέσω να πάω στην εκκλησία, κι είναι Κυριακή πριν τα Χριστούγεννα».
Ολα ξεκίνησαν από μία τηλεοπτική συνέντευξη. Είπε πως «ήταν το 2011 όταν έβλεπα στην τηλεόραση τις εθνικές ειδήσεις και ο Μπράιαν Γουίλιαμς έπαιρνε συνέντευξη από μία απλή γυναίκα η οποία με εντυπωσίασε τόσο πολύ. Ελεγε μία ιστορία για το πώς άρχισε να κατασκευάζει φορέματα από μαξιλαροθήκες για μικρά κορίτσια σε ξένες φτωχές χώρες που δεν έχουν τίποτε. Η γυναίκα αυτή άγγιξε την καρδιά μου και άρχισα να το αναφέρω χωρίς όμως να κάνω κάτι.
Τον επόμενο χρόνο, το 2012, με πλησίασε μία καλή μου φίλη η οποία είναι Ρωμαιοκαθολική και μου είπε ‘Δωροθέα θα σου αρέσει αυτό που θα σου πω’. Μου είπε ακριβώς το ίδιο για το ράψιμο φορεμάτων για μικρά φτωχά κορίτσια ανά τον Κόσμο. Συγκλονίστηκα κυριολεκτικά, την κοίταξα και της είπα ‘Θεέ μου είναι ακριβώς αυτό που ήθελα να αρχίσω στην εκκλησία μου’».
Η κυρία Μπεζένη συνέχισε λέγοντας πως «η κόρη μου η οποία έτυχε να ήταν η πρόεδρος της Φιλοπτώχου εκείνη την εποχή μου είπε να το κάνεις μητέρα. Συνάμα τηλεφώνησε και στην κυρία Ελένη Φράνκου διότι ήξερε ότι θα χρειαζόμουν βοήθεια, δεν θα μπορούσα να το κάνω μόνη μου.
Κι έτσι η Ελένη κι εγώ το ξεκινήσαμε και κάναμε την πρώτη μας συγκέντρωση στις 20 Μαΐου του 2012 αμέσως μετά τη Λειτουργία και οι περισσότερες γυναίκες δεν ήξεραν τι κάναμε, κι έτσι το αρχίσαμε το έργο».

Φωτογραφία Ευγενική παραχώρηση των κυριών Ελένης Φράνκου και Δωροθέας Μπεζέμη
Η κυρία Μπεζένη είπε ακόμα ότι «τον επόμενο χρόνο σκεφθήκαμε πως θα ήταν καλό να καλούμε μία φορά τον χρόνο κυρίες από όλες τις εκκλησίες να συμμετέχουν. Κι έτσι ήλθαν αρκετές από εκκλησίες της περιοχής, κυρίες από την Φιλόπτωχο και φίλες τους. Αποφασίσαμε με την Ελένη να συμπεριλάβουμε όλες κι όχι μόνο ράπτριες.
Υπήρχε κάτι να κάνει η καθεμιά, από την κοπή του υφάσματος μέχρι τη συρραφή της φούστας» και συμπλήρωσε «χωρίς να το καταλάβουμε έγινε ένα μικρό εργοστάσιο ραπτικής».
Στην ερώτηση αν είχαν όλα τα απαραίτητα μηχανήματα, είπε πως «ζητήσαμε από τις κυρίες να φέρουν τις μηχανές ραπτικής τους. Ολα τα υλικά δωρήθηκαν. Υπήρξαν άνθρωποι οι οποίοι μα πλησίασαν και μας έδωσαν χρήματα. Επίσης μία φορά το χρόνο απευθυνόμαστε στο εκκλησίασμα και περιάγουμε έναν δίσκο».
Στην αρχή ξεκίνησαν ράβοντας περί τα 200 φορέματα. Η κυρία Μπεζένη ανέφερε πως «η Φιλόπτωχός μας είναι μικρή, απαρτίζεται μόνο από 20 μέλη οπότε δεν έχουμε μεγάλη βοήθεια». Ωστόσο, το 2016 έραψαν από την αρχή χίλια παιδικά φορέματα και άρχισαν να ράβουν και παντελόνια για μικρά αγόρια.
Η κυρία Ελένη Φράνκου τόνισε πως «όλα είναι καινούργια, τα κατασκευάζουμε από την αρχή. Μέσα στις τσέπες βάζουμε κι ένα εσώρουχο, ενώ τα παιδιά της κοινότητας μας γράφουν σημειώσεις και κάρτες και βάζουν κι ένα βραχιολάκι στις τσέπες». Πρόσθεσε πως «φέτος ήμασταν τυχερές διότι υπήρξαν μερικές γυναίκες οι οποίες άκουσαν γι’ αυτό που κάνουμε και μας ρώτησαν εάν μπορούσαν να φτιάξουν καπέλα τα οποία και προσθέσαμε μαζί με τα φορέματα».
Τα φορέματα προορίζονται για κοριτσάκια από 2 μέχρι 10 ετών. Η κυρία Φράνκου είπε πως «δεν τα στέλνομε ποτέ τα φορέματα με το ταχυδρομείο, διότι φοβόμαστε ότι θα τα κρατήσουν και δεν θα φτάσουν ποτέ στον προορισμό τους. Πάντοτε κάποιος που πηγαίνει σε κάποια συγκριμένη χώρα τα παίρνει και τα παραδίδει αυτοπροσώπως».
Η κυρία Φράνκου μας πληροφόρησε ότι «στέλνουμε στην Αϊτή, στις Φιλιππίνες, Ναϊρόμπι, Ινδία, Ζάμπια» και συμπλήρωσε «στείλαμε στην Οκλαχόμα που χτυπήθηκε από τυφώνα και επίσης στο Κεντάκι».
Οταν την ρωτήσαμε αν στέλνουν στην Ελλάδα, ανέφερε ότι «προσπαθήσαμε πολλές φορές, αλλά δεν μπορούμε να βρούμε πού να τα παραδώσουμε στην Ελλάδα. Επικοινωνήσαμε με το IOCC -Διεθνείς Ορθόδοξες Φιλανθρωπίες – και με άλλους Ελληνοαμερικανικούς Οργανισμούς , αλλά μας είπαν ότι δεν υπάρχει κανείς στην Ελλάδα που τα θέλει».

Οταν ρωτήσαμε «πώς αισθάνεστε μ’ αυτό που κάνετε;», η κ. Φράνκου τόνισε πως «αυτό που κάνουμε ζεσταίνει τις καρδιές μας και μας κάνει να αισθανόμαστε τόσο όμορφα που είμαστε σε θέση να δίνουμε σε φτωχά παιδάκια τη χαρά που νιώθουν όταν λαμβάνουν κάτι καινούργιο» και συμπλήρωσε «αυτά τα παιδάκια δεν είχαν φορέσει ποτέ τίποτε καινούργιο».
Στην ερώτηση γιατί δεν αγοράζετε έτοιμα τα φορέματα να τα στείλετε, αλλά μπαίνετε στον κόπο και να ράβετε εσείς από την αρχή, η κυρία Μπεζένη είπε, ότι «είναι διαφορετικά, είναι σαν να ράβεις για τα δικά σου τα παιδιά και το κάνεις με περηφάνια» ενώ τόνισε πως «κι αυτά τα παιδιά τα φτωχά που ζουν σε άλλες χώρες είναι δικά μας παιδιά». Πρόσθεσε πως «έτσι ακριβώς αισθανόμαστε, σηκώνομε ψηλά και καμαρώνουμε τα φορεματάκια που φτιάχνουμε και λέμε δείτε πόσο όμορφα είναι και γεμίζουν τα μάτια μας με δάκρυα».
Η κυρία Δωροθέα Μπεζένη άγει το 90ο έτος της ηλικίας της. Εργαζόταν ως εκτελεστική γραμματεύς και συνταξιοδοτήθηκε το 1994. Οι γονείς της μετανάστευσαν από τον Μελιγαλά της Μεσσηνίας. Με παράπονο είπε πως «δυστυχώς δεν στάθηκε ποτέ δυνατόν να επισκεφτώ την Ελλάδα. Ομιλώ την ελληνική γλώσσα, ανατράφηκα πολύ ελληνικά, αγαπώ την ελληνική μου κληρονομιά και την μετάγγισα στα παιδιά και τα εγγόνια μου. Θα ευχόμουν να είχα πάει στην Ελλάδα».
Της κυρίας Ελένης Φράνκου ο πατέρας μετανάστευσε από την Κεφαλληνία και η μητέρα της γεννήθηκε στο Σικάγο. Εργάσθηκε ως βοηθός οδοντιάτρου στον τομέα καθαρισμού των οδόντων, αλλά παραιτήθηκε για να αναθρέψει τα τρία της παιδιά και στη συνέχεια επιδόθηκε στη φροντίδα της μητέρας της.