Τις τελευταίες μέρες απασχόλησε το διαδίκτυο και τα τοπικά μέσα ενημέρωσης της Αρκαδίας η είδηση για το ενδεχόμενο δημιουργίας εγκαταστάσεων προσωρινής υποδοχής και φιλοξενίας προσφύγων μέχρι εκατό (100) ατόμων με βάση το Προεδρικό Διάταγμα, το οποίο καθορίζει τις χρήσεις γης στους οικισμούς κάτω των δύο χιλιάδων (2.000) κατοίκων (ΦΕΚ 194/Δ/15.04.25).
Το συγκεκριμένο ζήτημα είναι σύνθετο και γι' αυτό η προσέγγισή του δεν μπορεί να είναι αποσπασματική ούτε στενά τοπικιστική. Αφορά στον πυρήνα του προσφυγικού προβλήματος, τις αιτίες που το προκαλούν αλλά και την αδιέξοδη διαχείρισή του που έχει επιλέξει η ΕΕ μαζί με τις κυβερνήσεις. Μια πολιτική, η οποία σύμφωνα με τις διεθνείς συνθήκες (Κανονισμοί του Δουβλίνου, Σένγκεν, FRONTEX) και τα κατασταλτικά μέτρα που λαμβάνονται, εγκλωβίζει τους πρόσφυγες στις χώρες πρώτης υποδοχής (όπως είναι η Ελλάδα), δεν τους αφήνει να κατευθυνθούν στις χώρες προορισμού, ενώ δημιουργεί δομές - γκέτο ("αποθήκες ψυχών" τις έχουν χαρακτηρίσει), οι οποίες προκαλούν ασφυκτικές συνθήκες διαβίωσης.
Πριν διατυπώσει κανείς τους προβληματισμούς ή ακόμα και τις αντιρρήσεις του σχετικά με τη δημιουργία προσφυγικών δομών στα χωριά της επαρχίας, θα πρέπει καταρχήν να αναρωτηθεί για τις αιτίες του προβλήματος. Γιατί υπάρχει προσφυγιά; Τι κάνει τους ανθρώπους να εγκαταλείπουν τις πατρίδες τους;
Η απάντηση, αν το ψάξει κανείς βαθύτερα, είναι αμιγώς πολιτική. Το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα είναι αυτό που ευθύνεται για τα προσφυγικά ρεύματα, αφού πυροδοτεί τις ιμπεριαλιστικές συγκρούσεις, τους πολέμους, υποδαυλίζει τις εμφύλιες συρράξεις, με στόχο την καταλήστευση των ενεργειακών αποθεμάτων των χωρών και τον έλεγχο ολόκληρων περιοχών. Είναι οι ανταγωνισμοί των αστικών τάξεων και των μονοπωλιακών ομίλων που αιματοκυλούν τους λαούς, όπως βλέπουμε να συμβαίνει αυτή την περίοδο στη γειτονιά μας (στη Μέση Ανατολή και αλλού).
Εχθρός μας δεν είναι οι πρόσφυγες. Εχθρός μας πρέπει να είναι οι πολιτικές που δημιουργούν πρόσφυγες.
Εχθρός μας δεν είναι τα γυναικόπαιδα που αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους, διωγμένοι από τις πατρίδες τους, ζητώντας απεγνωσμένα προστασία για να γλιτώσουν το θάνατο. Ο ελληνικός λαός, έχοντας ζήσει στο πετσί του τι θα πει φτώχεια, ξεριζωμός και προσφυγιά, οφείλει να δείξει αλληλεγγύη σε αυτούς τους ανθρώπους, οι οποίοι δικαιούνται, όπως όλοι μας, αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης.
Απαιτούνται λοιπόν, συγκεκριμένα μέτρα για την τήρηση των δικαιωμάτων των προσφύγων με βάση τη Συνθήκη της Γενεύης. Κατάλληλοι χώροι προσωρινής φιλοξενίας για την παροχή της απαραίτητης ανθρωπιστικής βοήθειας. Επαρκής στελέχωση των υπηρεσιών που σχετίζονται με τη διάσωση, την υποδοχή, την καταγραφή, την ταυτοποίηση και την περίθαλψη. Ειδική μέριμνα για τα ασυνόδευτα προσφυγόπουλα με κρατική ευθύνη, χωρίς την εμπλοκή των ΜΚΟ. Και το κυριότερο, απευθείας μεταφορά των προσφύγων στα σημεία εισόδου των χωρών προορισμού ώστε να μην εγκλωβίζονται στις χώρες πρώτης υποδοχής, άρα και στην Ελλάδα.
Με βάση τα παραπάνω, υπάρχουν σοβαρές αμφιβολίες για το εάν η κυβέρνηση θέλει πραγματικά να δώσει λύση στο προσφυγικό πρόβλημα με το συγκεκριμένο Προεδρικό Διάταγμα ή αντίθετα εάν αυτό που επιδιώκει είναι απλώς να διαχειριστεί μια κατάσταση (με την αποσυμφόρηση των μεγάλων κέντρων υποδοχής και τη διασπορά των προσφύγων στην επαρχία), η οποία αναμένεται να επιδεινωθεί λόγω του εμπόλεμου κλίματος που επικρατεί διεθνώς.
Είναι δικαιολογημένος ο προβληματισμός και η ανησυχία που εκφράζεται από πολλούς για το πώς θα λειτουργήσει ένα τέτοιο μέτρο στους μικρούς οικισμούς της επαρχίας, οι οποίοι στερούνται βασικών υποδομών και υποστηρικτικών υπηρεσιών. Σε καμία περίπτωση όμως δεν υιοθετούμε ακραίες, μισαλλόδοξες φωνές, οι οποίες στοχοποιούν τους πρόσφυγες, κάνοντας λόγο για σχέδια αφελληνισμού και αλλοίωσης του ντόπιου πληθυσμού.
Εάν κινδυνεύει από κάτι η επαρχία, είναι από τις πολιτικές των κυβερνήσεων και των τοπικών τους αρχών που έχουν φροντίσει να ερημώσουν τα χωριά, προκαλώντας εδώ και δεκαετίες κύματα εσωτερικής μετανάστευσης. Αλλά γι' αυτή την "ντόπια προσφυγιά" κανείς τους δεν αισθάνθηκε μέχρι σήμερα την ανάγκη να απολογηθεί στον ελληνικό λαό.
Δρ. Βασίλης Σιοκορέλης
Σάββατο, 21/6/2025